Ο Πόντος ως γεωγραφική ενότητα κατά την αρχαιότητα περιελάμβανε τις παράλιες περιοχές του Eυξείνου Πόντου. Κατά τον Ηρόδοτο, τον Ξενοφώντα και άλλους αρχαίους ιστοριογράφους Πόντος είναι η επιμήκης και ευρεία παραλιακή χώρα του Eυξείνου Πόντου, η οποία από χωροταξική άποψη περιλαμβάνει τα εδάφη ανάμεσα στο Φάση ποταμό, κοντά στον οποίο βρίσκεται η σημερινή πόλη Bατούμ της Γεωργίας, και την Hράκλεια. Πολλοί γεωγράφοι και ιστορικοί οριοθετούν τα δυτικά σύνορα του Πόντου από τις εκβολές του ποταμού Άλυ, κοντά στην πόλη Σινώπη, την πρώτη ελληνική αποικία στον Eύξεινο Πόντο. Στο εσωτερικό η περιοχή εκτείνεται σε βάθος 200 - 300 χλμ. οριοθετημένη από την ίδια τη φύση που τη διαχώρισε από την υπόλοιπη Μικρά Ασία με τις απροσπέλαστες οροσειρές του Σκυδίση, του Παρυάδρη και του Aντιταύρου. Tο ορεινό και άγονο σε γενικές γραμμές έδαφος του Πόντου ευτύχησε να διαρρέεται από τους ποταμούς Άλυ, Ίρη, Mελάνθιο, Θερμώδοντα, Xαρσιώτη, Πρύτανη, Πυξίτη, Kαλοπόταμο και πολλούς παραποτάμους.
1.2 Αρχαϊκή Περίοδος
Η παρουσία των Ελλήνων στην περιοχή του Πόντου χρονολογείται από την αρχαιότητα, όταν την εποχή του χαλκού οι Έλληνες θαλασσοπόροι θέλησαν να γνωρίσουν την ανθρωποφάγα θάλασσα του Εύξεινου Πόντου µε τις µακρινές και απροσπέλαστες παραλίες του. Η αναζήτηση κυρίως χρυσού και άλλων μεταλλευμάτων οδήγησε πολλούς ταξιδευτές στην περιοχή γύρω στα 1000 π.Χ. µε πρώτη οργανωμένη αποστολή στην Κολχίδα αυτήν του Ιάσωνα και των Αργοναυτών. Ο μύθος του Ιάσωνα και της Αργοναυτικής εκστρατείας, οι περιπλανήσεις του Ορέστη στη Θοανία του Πόντου, οι περιπέτειες του Οδυσσέα στη χώρα των Κιμμέριων, η εξορία του Προμηθέα στον Καύκασο, ο μύθος του χρυσόμαλλου δέρατος και το ταξίδι του Ηρακλή στη χώρα των Αμαζόνων, καταδεικνύουν την πανάρχαια επαφή του κόσμου του Αιγαίου με τον Πόντο και την ευρύτερη περιοχή.
1.3 Αποικιακή Δράση Του Ποντιακού Ελληνισμού
Οι Έλληνες γνώριζαν τις περιοχές της Μαύρης θάλασσας από τον 8ο αι. π.Χ. Ο αποικισμός όμως άρχισε από το β΄ μισό του 7ου αι. π.Χ., κατά το δεύτερο στάδιο του μεγάλου αποικιακού ρεύματος των Ελλήνων στην Αρχαϊκή περίοδο που ακολούθησε την αποίκιση των περιοχών της Κάτω Ιταλία, της Σικελίας, της δυτικής Μεσογείου, της Αδριατικής και των βόρειων παραλίων του Αιγαίου. Η διείσδυση των Ελλήνων στις περιοχές του Πόντου συνδέεται κυρίως με τις αποικιστικές προσπάθειες της Μιλήτου. Η πόλη ήταν διάσημη για το μεγάλο αριθμό αποικιών που είχε συστήσει στις περιοχές του Εύξεινου Πόντου και της Προποντίδας. Εκτός από τη Μίλητο, τα Μέγαρα, η Τέως και ορισμένες άλλες πόλεις έλαβαν μέρος στον αποικισμό της περιοχής. Η μαζική αποίκιση του Πόντου τοποθετείται τον 6ο αι. π.Χ. και ολοκληρώνεται στα τέλη περίπου της Αρχαϊκής περιόδου.
Οι Έλληνες, αφού κυριαρχούσαν στο Αιγαίο ήδη από την Εποχή του Χαλκού με τα βελτιωμένα πλοία τους, τόλμησαν το πέρασμα των Συμπληγάδων και την περιπλάνησή τους στον «Άξενο» πόντο, περιοχή πλούσια σε πρώτες ύλες και κυρίως σε σιτηρά και πολύτιμα μέταλλα. Με το δεύτερο ελληνικό αποικισμό αρχίζουν να δημιουργούνται οι πρώτες ελληνικές αποικίες. Πρώτη η Μίλητος, στις αρχές του 8ου π.Χ. αιώνα, ιδρύει τη Σινώπη, στο κέντρο περίπου του Ευξείνου στα νότια, επί της βόρειας μικρασιατικής ακτής. Πρόκειται για μια αποικία με σημαντικά πλεονεκτήματα, που οφείλονται στη γεωγραφική της θέση και, κυρίως, στο φυσικό της λιμάνι. Η Σινώπη, με τη σειρά της, ιδρύει το 756 π.Χ., ανατολικότερα, την Τραπεζούντα και μέσα σε ένα αιώνα οι απρόσιτες ακτές της περιοχής γεμίζουν με ελληνικές αποικίες. Οι Συμπληγάδες ανοίγουν οριστικά και ο «Άξενος» πόντος γίνεται «Εύξεινος», μετατρεπόμενος ουσιαστικά σε ελληνική λίμνη. Μόνο η Μίλητος κατά τον 6ο π.Χ. αιώνα έχει 75 αποικίες. Κυριότερες από αυτές είναι η Σινώπη, η Αμισός, η Τραπεζούντα , η Πιτυούντα, η Φαναγόρεια, το Παντικάπαιον, η Θεοδοσία, η Χερσόνησος, η Ολβία, η Ίστρια κ.ά. Οι Έλληνες στις νέες αυτές πατρίδες μεταφέρουν και διατηρούν τα πολιτιστικά και ιδεολογικά τους στοιχεία. Οι πόλεις αναπτύσσουν σχέσεις συνεργασίας και αλληλοβοήθειας. Δημιουργούνται συνεχώς νέες αποικίες, πρώτα στα παράλια και στη συνέχεια στην ενδοχώρα. Ο πρωταγωνιστικός ρόλος των Ελλήνων στην περιοχή καταδεικνύεται και από το γεγονός της ουσιαστικής πολιτιστικής αφομοίωσης των ιθαγενών, οι οποίοι αβίαστα υιοθετούν τον ελληνικό τρόπο ζωής.
1.3.1 Αίτια Αποικισμού
Τα αίτια του αποικισμού του Εύξεινου Πόντου δεν είχαν αποκλειστικά αγροτικό ή εμπορικό χαρακτήρα. Επιπλέον, δε συνδέονταν μόνο με την ανάγκη εύρεσης πρώτων υλών ή με την αύξηση του πληθυσμού στις πόλεις και το συνακόλουθο πρόβλημα της «στενοχώριας», της έλλειψης δηλαδή γης. Υπήρξαν και αίτια καθαρά πολιτικής φύσης. Για παράδειγμα, η Μίλητος, που ήταν η μητρόπολη των περισσότερων αποικιών του Πόντου, καταλάμβανε πλεονεκτική γεωγραφική θέση και κατείχε μεγάλες εύφορες εκτάσεις. Στα τέλη του 8ου αι. π.Χ., όπως και άλλες ιωνικές πόλεις, επέκτεινε τα σύνορά της σχεδόν 50 χλμ. προς το εσωτερικό. Οι Ελληνο-λυδικοί πόλεμοι είχαν δυσάρεστες συνέπειες για τις ιωνικές πόλεις και τη Μίλητο, εφόσον το βασίλειο των Λύδιων επεκτάθηκε εις βάρος των εδαφών τους. Η Μίλητος είδε τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις της να μειώνονται δραματικά και η οικονομία της υπέστη ισχυρό πλήγμα. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε προτάσεις για ανακατανομή της υπάρχουσας γης, πράγμα που έθετε μέρος του πληθυσμού σε μειονεκτική θέση. Μία δραστική λύση στην αντιμετώπιση του προβλήματος και στην αποφυγή κοινωνικών αναταραχών στο εσωτερικό της πόλης, που θα έθεταν την ίδια και τους θεσμούς της σε κίνδυνο, ήταν η μετανάστευση μέρους του πληθυσμού και η δημιουργία νέων πόλεων.
1.3.2 Α΄ Φάση Αποικισμού
Η πρώτη φάση της αποίκισης του Πόντου τοποθετείται χρονολογικά στο β΄ μισό 7ου αι. π.Χ. οπότε και δημιουργήθηκε ένας μικρός αριθμός αποικιών στα βόρεια, δυτικά και νότια παράλια της Μαύρης θάλασσας. Στην περίπτωση της Σινώπης που ήταν αποικία της Μιλήτου στο κέντρο σχεδόν των βόρειων παραλίων της Μικράς Ασίας, υπάρχουν δύο διαφορετικές εκδοχές σχετικά με την ίδρυση της. Ο ιστορικός Ευσέβιος σημειώνει το έτος 631/630 π.Χ., αλλά ταυτόχρονα υποστηρίζει ότι η Τραπεζούντα, αποικία της Σινώπης στα βορειοανατολικά παράλια της Μικράς Ασίας στην περιοχή της Κολχίδας, ιδρύθηκε το 756 π.Χ., γεγονός που προϋποθέτει την ύπαρξη της Σινώπης. Ο Ψευδο-Σκύμνος αναφέρει ότι μια πρωιμότερη εγκατάσταση αποίκων καταστράφηκε από τους Κιμμέριους και ότι αργότερα η πόλη επανιδρύθηκε από δύο εξόριστους Μιλήσιους. Ορισμένοι μελετητές θεωρούν ότι η Σινώπη ιδρύθηκε από την Κόρινθο στο α΄ μισό του 8ου αι. π.Χ., ενώ κάποιοι άλλοι τη χρονολογούν στο β΄ μισό ή και στα τέλη του 7ου αι. π.Χ. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές στην πόλη δεν έχουν βοηθήσει στη λύση του προβλήματος, εφόσον η σύγχρονη πόλη καταλαμβάνει μεγάλο μέρος της επιφάνειας της αρχαίας πόλης. Ωστόσο, η ίδρυση/επανίδρυσή της από τη Μίλητο τοποθετείται από τους περισσότερους στο τελευταίο τρίτο του 7ου αι. π.Χ. Ανάλογα προβλήματα παρουσιάζει και η περίπτωση της Τραπεζούντας, για την οποία δεν υπάρχουν αρχαιολογικές πληροφορίες. Πιθανότατα ιδρύθηκε πρώτα ως εμπόριο και αργότερα, μετά το 630 π.Χ., επανιδρύθηκε από πολίτες της Σινώπης ως αποικία. Τα Κοτύωρα και η Κερασούντα ήταν αποικίες στα βόρεια παράλια της Μικράς Ασίας, ωστόσο δεν υπάρχει βεβαιότητα αν η μητρόπολή τους ήταν η Μίλητος ή η Σινώπη, ενώ η Τίος και η Σέσαμος ήταν με βεβαιότητα αποικίες της Μιλήτου.
Στα τέλη του 7ου αι. π.Χ. Μιλήσιοι ίδρυσαν στα δυτικά παράλια της Μαύρης θάλασσας, στη σημερινή Ρουμανία, την Ίστρια και στο δέλτα του Δούναβη την Οργάμη, ενώ στα βόρεια παράλια, στο νησί Μπερεζάν στη σημερινή Ουκρανία, εγκαταστάθηκε εμπόριο που τον επόμενο αιώνα εξελίχθηκε σε αποικία. Ωστόσο, πρόσφατα κεραμικά ευρήματα από το Μπερεζάν και την Ίστρια υποδεικνύουν τη συμμετοχή αποίκων και από άλλες πόλεις, όπως τη Σάμο, τη Χίο, την Έφεσο και πιθανότατα τη Σμύρνη. Το 610 π.Χ. η Μίλητος ίδρυσε στη Θράκη, στη σημερινή Βουλγαρία, την πόλη της Απολλωνίας.
1.3.3 Β΄ Φάση Αποικισμού
Η δεύτερη φάση της αποίκισης του Πόντου τοποθετείται χρονολογικά περίπου στο α΄ μισό του 6ου αι. π.Χ. Μέχρι το 560 π.Χ. ιδρύονται από τη Μίλητο, η Τόμις στα δυτικά παράλια του Πόντου στη σημερινή Ρουμανία, η Ολβία στο βορρά κοντά στο Μπερεζάν, το Παντικάπαιο, το Νυμφαίο, η Θεοδοσία, το Μυρμήκιο, η Τυριτάκη στην περιοχή του Κιμμέριου Βοσπόρου στα βορειοανατολικά της Μαύρης θάλασσας και η Ερμώνασσα, οι Κήποι και ο Πατρεύς στα παράλια του ασιατικού Βοσπόρου. Στην ίδρυση της Ερμώνασσας συμμετείχαν και άποικοι από τη Μυτιλήνη.
1.3.4 Γ΄ Φάση Αποικισμού
Η τρίτη φάση της αποίκισης του Πόντου τοποθετείται χρονολογικά περίπου το 560-530 π.Χ. Στην αποίκιση του Πόντου σε αυτή την περίοδο έλαβαν μέρος και άλλες πόλεις εκτός της Μιλήτου. Μεγαρείς και Βοιωτοί, γύρω στο 560-550 π.Χ., ίδρυσαν την Ηράκλεια στα νότια παράλια του Πόντου, δυτικότερα της Σινώπης. Οι άποικοι, σύμφωνα με τις πηγές αλλά και τους σύγχρονους μελετητές, είτε εξόντωσαν είτε υποδούλωσαν τους Μαριανδυνούς, αυτόχθονες της περιοχής. Η πόλη αναπτύχθηκε σε μεγάλο εμπορικό κέντρο με ανεπτυγμένη την αμπελοκαλλιέργεια. Στα τέλη του 5ου αι. π.Χ. επέκτεινε την κυριαρχία της στο δυτικό μισό των βόρειων παραλίων της Μικράς Ασίας και προχώρησε στην έκδοση νομίσματος. Γύρω στο 560 π.Χ. οι Μιλήσιοι ίδρυσαν την Οδησσό στα δυτικά παράλια της Μαύρης θάλασσας και στο 550 π.Χ. ιδρύθηκαν οι πόλεις Τύρας και Νικόνιον στην ευρύτερη περιοχή της Ολβίας. Πιθανόν στα μέσα του 6ου αι. π.Χ. να ιδρύθηκε και η Αμισός στα παράλια ανατολικά της Σινώπης. Το 542 π.Χ. η Τέως ίδρυσε τη Φαναγορία στην περιοχή του Κιμμέριου Βοσπόρου. Νοτιότερα ιδρύθηκε ο Συνοδικός Λιμήν στη θέση της μεταγενέστερης Γοργιππίας, ενώ στον ευρωπαϊκό Βόσπορο η Άκρα, ο Πορθμεύς και το Ιλλουράτο. Αυτή την περίοδο οι Μιλήσιοι άποικοι ίδρυσαν στην περιοχή της Κολχίδας τις πόλεις Φάση, Γυηνό και Διοσκουριάδα.
Κατά τους Κλασικούς χρόνους ιδρύθηκαν λίγες σχετικά αποικίες, οι οποίες όμως εξελίχθηκαν σε σημαντικά κέντρα της περιοχής. Το 493 π.Χ., σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, Μεγαρείς εγκαταστάθηκαν στα θρακικά παράλια και ίδρυσαν τη Μεσημβρία. Στις αρχές του 5ου αι. π.Χ. κάτοικοι της Ηράκλειας του Πόντου ίδρυσαν στα νότια παράλια της σημερινής Ρουμανίας την Κάλλατη, ενώ στα τέλη του 5ου ή στις αρχές του 4ου αι. π.Χ. τη Χερσόνησο Ταυρική στην Κριμαία.
1.4 Ελληνιστική Περίοδος
Κατά την ελληνιστική περίοδο ιδρύεται το Βασίλειο του Πόντου (337-62 π.Χ.) από το Μιθριδάτη Α’, το 337 π.Χ., ακριβώς με την κατάλυση της Περσικής Αυτοκρατορίας από τον Αλέξανδρο. Για δυόμισι περίπου αιώνες το Βασίλειο του Πόντου κατορθώνει να ενώσει τις ελληνικές πόλεις και να αναδειχτεί το σημαντικότερο ελληνικό κρατικό μόρφωμα της εποχής εκείνης. Κατά τη βασιλεία μάλιστα του τελευταίου και σημαντικότερου βασιλιά, Μιθριδάτη ΣΤ' του Ευπάτορα (120-63 π.Χ.), που επονομάστηκε και Μέγας, οι Έλληνες δεν ήταν περιορισμένοι στις πόλεις που ίδρυσαν, αλλά κινούνταν στον ευρύτερο χώρο του Πόντου, και όχι μόνο, έτσι ώστε ο Πόντος να καταστεί η δυναμικότερη εστία του ελληνιστικού κόσμου και να απειλήσει ευθέως την ίδια τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Ο Ευπάτορας μάλιστα οραματίζεται, ως νέος Μέγας Αλέξανδρος, να οδηγήσει τον ελληνιστικό κόσμο της Ανατολής, προς η Δύση αυτός, εναντίον της τότε κοσμοκράτειρας Ρώμης.
1.5 Περίοδος Ρωμαϊκής Κυριαρχίας
Το Βασίλειο του Πόντου μετά το θάνατο του Ευπάτορα προσαρτάται κατά το μεγαλύτερο μέρος του στο ρωμαϊκό κράτος, ενώ ο Ρωμαίος στρατηγός Πομπήιος μοιράζει τα υπόλοιπα εδάφη σε τοπικούς ηγεμόνες, οι οποίοι τον είχαν βοηθήσει στον πόλεμο κατά του μεγάλου αυτού ηγέτη. Κατά την περίοδο του Διοκλητιανού (284-305 π.Χ.) ο Πόντος αποτελεί ρωμαϊκή διοίκηση και διαιρείται σε τρεις επαρχίες. Στη συνέχεια και με τις επιδρομές των Γότθων και των Βορανών, εγκαινιάζεται μια περίοδος σχετικής παρακμής, που ολοκληρώνεται τον 5ο αιώνα, οπότε στην Τραπεζούντα, που βρίσκεται στα ανατολικά σύνορα της αυτοκρατορίας, σταθμεύει η πρώτη ρωμαϊκή λεγεώνα, αποκτώντας κατ’ αυτό τον τρόπο μεγάλη σημασία για το ρωμαϊκό κράτος.
Την περίοδο αυτή επικρατεί και η νέα θρησκεία του χριστιανισμού. Τότε συνέβη και απώλεια του εθνονύμιου "Έλλην" και η παράλληλη επικράτηση του ονόματος "Ρωμαίος", το οποίο επιβιώνει μέχρι σήμερα στους παρευξείνιους ελληνικούς πληθυσμούς. O χριστιανισμός διαδίδεται πολύ νωρίς στον Πόντο από τον Απόστολο Ανδρέα. Η ελληνική γλώσσα, βασικό πολιτιστικό χαρακτηριστικό όλων των εθνοτήτων του Πόντου, διευκολύνει κατά πολύ τη διείσδυση και διάδοση της νέας θρησκείας. Κατά τον τρόπο αυτό, ο ποντιακός ελληνισμός προσχωρεί σε ένα νέο ενιαίο πολιτιστικό σύστημα με κύριους άξονες τη γλώσσα και τη νέα θρησκεία.
1.5.1 Στρατηγική Θέση Πόντου
Από τα πρώτα ακόμη χρόνια του Βυζαντίου, ο Πόντος αποκτά τεράστια στρατηγική σημασία, γιατί παίζει πλέον το ρόλο προπυργίου του ελληνισμού στην Ανατολή. Η στρατηγική σημασία του Πόντου ήταν μεγάλη στη βυζαντινή περίοδο, ιδιαίτερα του Ανατολικού Πόντου. Από τις περιοχές αυτές μπορούσε το ελληνικό κράτος να παρακολουθεί και να ελέγχει τις κινήσεις του κάθε επιδρομέα και , επιπλέον, να του φράζει το δρόμο προς τη Μικρασία. Αποτέλεσμα τούτης της στρατηγικής σημασίας του τόπου ήταν και οι ασταμάτητοι αγώνες ανάμεσα στο Βυζάντιο και την Περσία, αλλά και τα άλλα ανατολικά, μη χριστιανικά κράτη, για την κατοχή αυτών των εδαφών και την υποταγή των λαών που τα κατοικούσαν. Από την άλλη μεριά ο Πόντος, για τους βυζαντινούς , αποτελούσε βάση ανεφοδιασμού και ορμητήριο για τις πολεμικές επιχειρήσεις στην περιοχή. Την αναντικατάστατη τούτη στρατηγική σημασία του Πόντου, στον οποίο από τον 5ο αιώνα ακόμα στάθμευε η Legio prima pontica (Πρώτη ποντιακή λεγεώνα), αντιλήφθηκε ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός. Γι’ αυτό, με εντολή του ανοικοδομήθηκαν όλα τα παραλιακά ποντιακά φρούρια των πόλεων και, ιδιαίτερα, τα ψηλά και οχυρά τείχη της Τραπεζούντας, όπως και της μικρής τότε γειτονικής πόλης Ριζούντας (Ριζαίου) ανατολικότερα.
Συμβολή στη θωράκιση της αυτοκρατορίας από τα ανατολικά, αποτέλεσε την εποχή τούτη (6ος αιώνας) και η ολοκλήρωση του εξελληνισμού των γηγενών πληθυσμών, με τον εκχριστιανισμό των τελευταίων ειδωλολατρών, της φυλής των Τζάνων. Έτσι το Βυζάντιο κέρδισε μια σκληροτράχηλη φυλή που πλούτισε το στρατιωτικό δυναμικό του κράτους με γενναίους πολεμιστές στα ανατολικά σύνορα. Την ίδια εποχή η αυτοκρατορία χωρίζεται από τον Ιουστινιανό σε μεγάλες διοικητικές επαρχίες, τα θέματα. Ένα από αυτά , το θέμα της Χαλδίας, με πρωτεύουσα την Τραπεζούντα, καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος του Πόντου και γίνεται προπύργιο του μεσαιωνικού Ελληνισμού, ασπίδα και δόρυ για τις βυζαντινές στρατιές, όσες φορές απειλούνταν τα σύνορα του κράτους από τις εχθρικές επιδρομές των Περσών, των Αράβων και, αργότερα, των Τούρκων. Γίνεται ο κυματοθραύστης των αλλεπάλληλων επιθέσεων εναντίον της αυτοκρατορίας.
1.5.2 Μονή Παναγίας Σουμελά
Το 386 μ.Χ., κατά τα χρόνια του Θεοδοσίου, σύμφωνα με την παράδοση, χτίζεται η Μονή της Παναγίας Σουμελά από δύο Αθηναίους μοναχούς, τους Βαρνάβα και Σωφρόνιο. Η μονή αυτή, που συνιστά ένα από τα κορυφαία ιδεολογικά σύμβολα του ποντιακού ελληνισμού, έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο στην επιβίωσή του στις ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες που δημιούργησε αργότερα το οσμανικό περιβάλλον. Το ιερότερο προσκύνημα της ποντιακής γης ήταν ανέκαθεν η μονή της Παναγίας στο όρος Μελά, νότια της Τραπεζούντας. Η παράδοση θέλει δύο Αθηναίους μοναχούς, το Βαρνάβα και το Σωφρόνιο, να φτάνουν στα βουνά του Πόντου, και µε θαυματουργική παρέκβαση η Παναγία να τους επιδεικνύει το χώρο στον οποίο βρισκόταν η εικόνα της Παναγίας της Αθηνιώτισσας, έργο του Ευαγγελιστή Λουκά. Το μοναστήρι πρέπει να ιδρύθηκε γύρω στο 10ο αιώνα, ύστερα από επιδρομή Σαρακηνών στην Αθήνα, οπότε χρειάστηκε να φυγαδευτεί η εικόνα της Παναγίας της Αθηνιώτισσας μακριά. Η μονή κτίστηκε στο κοίλωμα ενός κάθετου βράχου και δεσπόζει μετέωρη στα µάτια του προσκυνητή. Από το 1860 λειτουργούσε και τετραώροφος ξενώνας µε 72 δωμάτια και άλλους χώρους. Η ύδρευση της μονής εξασφαλιζόταν από το άγιασμα που ανάβλυζε µε θαυματουργό τρόπο μέσα από το βράχο. Οι θεραπευτικές του ιδιότητες, μάλιστα, ήταν ο λόγος που πολλοί, όχι µόνο χριστιανοί, αλλά και μουσουλμάνοι, ζητούσαν τη χάρη της Παναγίας. Ο πλούτος που σταδιακά συγκέντρωσε η μονή είτε από προσκυνητές, είτε κυρίως από γενναίες χορηγίες των Μεγάλων Κομνηνών της Τραπεζούντας, συχνά ήταν ο λόγος για τις ληστρικές επιθέσεις που δεχόταν. Αργότερα και σουλτανικά φιρμάνια και πατριαρχικά σιγίλια επιβεβαίωσαν τα προνόμια που κατά καιρούς είχε αποκτήσει η μονή. Το 1922, οι Τσέτες εισέβαλαν στη μονή, λεηλάτησαν τα κειμήλια της και την ερήμωσαν. Σήμερα χάσκει μνημείο εγκαταλελειµµένο στα χτυπήματα του χρόνου.
1.5.3 Περιφέρειες Πόντου
Μετά την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης ολόκληρος ο Πόντος χωρίστηκε σε τρεις γεωγραφικές περιφέρειες. Το δυτικό τµήµα, που ονομάστηκε Ελενόποντος προς τιμήν της μητέρας του Μ. Κωνσταντίνου, περιελάµβανε τις πόλεις Αμάσεια, Ιβώρα, Ευχάιτα, Ανδράπα, Ζάλιχα, Σινώπη και Αµισό. Το ανατολικό τµήµα, στο οποίο υπάγονταν οι πόλεις Νεοκαισάρεια, Κόµανα, Πολεµώνιον, Κερασούντα και Τραπεζούντα ονομάστηκε Πολεµωνιακός Πόντος από το όνομα του διοικητή Πολέµωνα. Το τρίτο γεωγραφικό τµήµα, µε πρωτεύουσα τη Νικόπολη και γνωστές πόλεις τη Σεβάστεια, τα Σάταλα, και τη Σεβαστούπολη Αρµενιακού, που συµπεριλάµβανε μέρος του Πόντου και της Μικρής Αρμενίας, ονομάστηκε Κολωνία.
Ο ελληνισμός και ο χριστιανισμός ήταν οι παράγοντες που επηρέασαν το διοικητικό µηχανισµό και δημιούργησαν την ελληνοβυζαντινή αυτοκρατορία. Κατά την μακραίωνη περίοδο της Ρωμαιοκρατίας ανοικοδομηθήκαν τα ρωµαïκά τείχη. Έγιναν επίσης λιμενικά έργα, νέα οικιστικά κτίρια και στρατόπεδα μέσα στην πόλη της Τραπεζούντας για να φιλοξενηθεί η Πρώτη Ποντιακή Λεγεώνα. Οι Τραπεζούντιοι άρχισαν να συνειδητοποιούν τη σημασία της πόλης τους στον άξονα Ανατολή - Κωνσταντινούπολη και το μεσολαβητικό τους ρόλο για τις σχέσεις της πρωτεύουσας µε τα ομόθρησκα, συµµαχικά και πελατειακά κρατίδια της γειτονικής Γεωργίας.