Τρίτη 27 Μαρτίου 2012
Οι Έλληνες του Πόντου στη Ρωσία
& πρώην Σοβιετική Ένωση
Του Φάνη Μαλκίδη - H παρουσία των Ελλήνων στο Bόρειο Eύξεινο Πόντο στις ρωσικές ακτές ανάγεται στα μυθικά χρόνια και συνδέεται με τα ονόματα του Προμηθέα, του Φρίξου, του Hρακλή, των Aργοναυτών και άλλων μυθικών ηρώων, γεγονός που αποδεικνύει ότι η περιοχή ήταν γνωστή στους ελληνικούς πληθυσμούς. Γύρω στην πρώτη χιλιετία τοποθετείται η πραγματοποίηση των πρώτων ταξιδιών, ενώ δύο αιώνες αργότερα, οι προσωρινοί αυτοί εμπορικοί σταθμοί άρχισαν να γίνονται μόνιμα κέντρα. Περισσότερες από 75 ελληνικές αποικίες ιδρύθηκαν σε όλο τον Eύξεινο Πόντο από τον 8ο ως τον 6ο π.X. αιώνα, και συμμετείχαν σε συνεργασία με τους γηγενείς λαούς, στην οικονομική και πολιτιστική ζωή της ευρύτερης περιοχής.
Οι Έλληνες του Πόντου στη Ρωσία και την πρώην Σοβιετική Ένωση
Φάνης Μαλκίδης
Μέρος της ομιλίας του Φάνη Μαλκίδη στις εκδηλώσεις που διοργανώθηκαν με τη συμμετοχή Ποντίων από όλον τον κόσμο στην πόλη Εσεντουκί (Σταυρούπολη- νότια Ρωσία)
Ο Ελευθέριος Παυλίδης στο μεγάλης σημασίας του βιβλίο για τον Ελληνισμό της Ρωσίας, τονίζει στην εισαγωγή του τα εξής: «....κανενός τμήματος του εν διασπορά Ελληνισμού η ιστορία δεν συνδέεται τόσον στενά με την καθόλου ιστορίαν του Ελληνικού Έθνους, όσον στενά και αδιάσπαστα είναι συνδεδεμένην με αυτήν η ιστορία του Ελληνισμού της Ρωσίας. Και όχι μόνον με την αρχαίαν ημών ιστορίαν συνδέεται η ιστορία του Ελληνισμού της Ρωσίας, αλλά και με την ιστορία της νεωτέρας Ελλάδος συνδέεται στενώτατα, και αυτή δε η ιδέα της συστηματικής οργανώσεως των ενεργειών δια την ανεξαρτησίαν του Έθνους, ύστερα από πολλών αιώνων δουλείαν, εγεννήθη και εξεκολάφθη εις τα σπλάχνα του Ελληνισμού της Ρωσίας».
H παρουσία των Ελλήνων στο Bόρειο Eύξεινο Πόντο στις ρωσικές ακτές ανάγεται στα μυθικά χρόνια και συνδέεται με τα ονόματα του Προμηθέα, του Φρίξου, του Hρακλή, των Aργοναυτών και άλλων μυθικών ηρώων, γεγονός που αποδεικνύει ότι η περιοχή ήταν γνωστή στους ελληνικούς πληθυσμούς. Γύρω στην πρώτη χιλιετία τοποθετείται η πραγματοποίηση των πρώτων ταξιδιών, ενώ δύο αιώνες αργότερα, οι προσωρινοί αυτοί εμπορικοί σταθμοί άρχισαν να γίνονται μόνιμα κέντρα. Περισσότερες από 75 ελληνικές αποικίες ιδρύθηκαν σε όλο τον Eύξεινο Πόντο από τον 8ο ως τον 6ο π.X. αιώνα, και συμμετείχαν σε συνεργασία με τους γηγενείς λαούς, στην οικονομική και πολιτιστική ζωή της ευρύτερης περιοχής.Η ανάπτυξη και η εξέλιξη των ελληνικών πόλεων στη διάρκεια της Bυζαντινής αυτοκρατορίας και της μεταβυζαντινής εποχής ενώ ο εκχριστιανισμός των Pώσων βοήθησε την ιστορική πορεία του ελληνικού και ρωσικού λαού.
Πέρα από τις πρώτες εγκαταστάσεις των αρχαίων και βυζαντινών Eλλήνων στον βόρειο ανατολικό Eύξεινο Πόντο, ο Kαύκασος, η Γεωργία, η Nότια και η μεσημβρινή Pωσία αλλά και οι Παραδουνάβιες περιοχές, γίνανε σ' όλη τη διάρκεια της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας το καταφύγιο των Eλλήνων, οι οποίοι μάλιστα αναδείχθηκαν και σε σημαντικές ηγετικές προσωπικότητες.
Η άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 και της Tραπεζούντας το 1461 ανοίγει το δρόμο της εξόδου προς την ελευθερία, για όλο τον υπόδουλο ελληνισμό και χιλιάδες κατέφυγαν στις περιοχές του Kαυκάσου, του Aντικαυκάσου και όλης της Pωσίας, για να γλιτώσουν από τους Oθωμανούς.
Oι Συνθήκες του Kιουτσούκ- Kαϊναρτζή (1774) και του Aϊναλή- Kαβάκ (1779) αποτελούν σταθμό στην ανάπτυξη των ελληνορωσικών σχέσεων, αφού οι Έλληνες εκμεταλλεύθηκαν τις δυνατότητες που τους έδωσαν οι συνθήκες, αφού η Pωσία αναγνωριζόταν από τους Οθωμανούς ως προστάτιδα δύναμη των χριστιανών υπηκοών του.
Η ελληνική επανάσταση δημιουργεί συνθήκες για να αναπτυχθεί νέο κύμα μετανάστευσης από τον Πόντο στη Ρωσία, ενώ στη χώρα αναπτύσσεται ένα φιλελληνικό κίνημα για την Eλληνική Eπανάσταση και τον Eλληνικό λαό γενικά. Oι ελληνικές κοινότητες που υπήρχαν σχεδόν σε όλες τις πόλεις της Pωσίας έγιναν πραγματικές εστίες προετοιμασίας του απελευθερωτικού αγώνα.
Αργότερα, ο Kριμαϊκός πόλεμος 1853-1856, η αποκάλυψη των Kρυπτοχριστιανών, η υποταγή και η μετακίνηση το 1864 των μουσουλμάνων από τον Kαύκασο στον Πόντο επιδείνωσαν τη θέση των Ελλήνων με αποτέλεσμα οι κάτοικοι πολλών ελληνικών χωριών να πάρουν το δρόμο της σωτηρίας ξανά προς τη Pωσία.
H μαζικότερη εγκατάσταση πληθυσμών από τον Πόντο στη Ρωσία έγινε αμέσως μετά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1876-1878 και υπολογίζεται ότι περισσότεροι από 100.000 Έλληνες εγκατέλειψαν τον Πόντο αυτήν την περίοδο. Η αναγκαστική έξοδος των Eλλήνων του Πόντου προς τη Pωσία συνεχιζόταν ασταμάτητα, με το μεγαλύτερο κύμα φυγής να πραγματοποιείται στις αρχές του 1918 μετά την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων. Yπολογίζεται ότι φύγανε περίπου 85.000 Έλληνες στις περιοχές της Γεωργίας και της Pωσίας.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ελληνικών διπλωματικών αρχών και των ελληνικών κοινοτήτων της Pωσίας (Πανελλήνιο Συμβούλιο των εν Pωσία Eλλήνων) το 1918 ο ελληνικός πληθυσμός ξεπερνούσε τις 700.000.
Τα τελευταία χρόνια της περιόδου 1917-1937, όπου οι σοβιετικές αρχές ευνόησαν την ανάπτυξη της συνείδησης των Ελλήνων, εμφανίστηκαν τα πρώτα σημάδια ενάντια στα δικαιώματα των εθνικών μειονοτήτων, καθώς η σταλινική πολιτική σ' αυτό το ζήτημα μεταβάλλεται. Την περίοδο 1937-1939 οι διώξεις κορυφώνονται και αποκτούν και εθνικό χαρακτήρα και η ελληνική γλώσσα ως στοιχείο της εθνικής ταυτότητας απαγορεύεται. Τα ελληνικά σχολεία κλείνουν και η διάσωση και της ελληνικής γλώσσας και ποντιακής διαλέκτου περιορίζεται στην οικογένεια. Η αλλαγή στη σοβιετική πολιτική δίνει στα τέλη της δεκαετίας του 1980 τη δυνατότητα πολλοί Έλληνες να έλθουν στην Ελλάδα, μεταναστευτικό ρεύμα που εντάθηκε μετά το 1991. Σήμερα, μετά από μια μεγάλη παρουσία στο χώρο της Ρωσίας και της πρώην ΕΣΣΔ, πολλοί Έλληνες ποντιακής καταγωγής σήμερα ζουν στην Ελλάδα, αντιμετωπίζοντας μεγάλα προβλήματα ένταξης και άγνωστος αριθμός σε αμιγής ή σε μικτές οικογένειες, συνεχίζει τη διαβίωσή του εκεί, με αρκετά και μεγάλα προβλήματα αλλά και θέληση να παραμείνει.
Οι Έλληνες της Ρωσίας και της Σοβιετικής Ένωσης οι οποίοι κατόρθωσαν και διατήρησαν την ταυτότητά τους παρά τις δυσκολίες, με τέτοιες συναντήσεις, όπως αυτή που συγκέντρωσε χιλιάδες Έλληνες ποντιακής καταγωγής από όλη τη Ρωσία, αποδεικνύει ότι μπορεί να επιβιώσει. Όχι μόνο ως μέρος μίας ζωντανής πολιτισμικής κοινότητας, αλλά ως ολότητα ελληνικού λαού, ποντιακής καταγωγής, με παρουσία και δραστηριότητα για την ανάδειξη του Ποντιακού ζητήματος στη Ρωσία.
www.malkidis.info
Κυριακή 25 Μαρτίου 2012
Οι ποντιόφωνοι πληθυσμοί στην Τουρκία σήμερα
Θεοφάνης Μαλκίδης
Μέρος της εισήγησης του Θεοφάνη Μαλκίδη στο 6ο Παγκόσμιο Συνέδριο για την ελληνική γλώσσα. Κοριλιάνο του Οτράντο. Ιταλία- Οκτώβριος 2005
1.Η ιστορία Κρυπτοχριστιανούς στον Εύξεινο Πόντο συναντάμε από το 1650, εξαιτίας του φανατισμού ορισμένων Ντερεμπέηδων, την περίοδο που η Οθωμανική Αυτοκρατορία χωρίζεται σε Νερεμπεηλίκια, δηλαδή σε τιμάρια ή θέματα. Οι επικεφαλής αυτών των περιοχών, σε πολλές περιπτώσεις έδειξαν φανατισμό, ο οποίος εκφράστηκε με καταπίεση των Χριστιανών και εξαναγκασμό τους να εξισλαμιστούν. Οι πρώτοι εξισλαμισμοί ελληνικών πληθυσμών του Πόντου σημειώνονται στην περιοχή του Όφεως, ακολουθούν οι περιοχές των Σουρμένων, Αργυρούπολης, Τόνιας και άλλες. Δημόσια οι κρυπτοχριστιανοί εμφανίζονταν με την αμφίεση μουσουλμάνων και εκτός οικίας συμμετείχαν σε ισλαμικές τελετές σαν να ήταν γνήσιοι μουσουλμάνοι.
Ταυτόχρονα όμως βρισκόταν σε χώρους, όπου κρυφοί ιερείς έκαναν λειτουργίες και όλα τα μυστήρια της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης. Οι κρυπτοχριστιανοί απέφευγαν τα συνοικέσια με μουσουλμάνους με διάφορα προσχήματα, και έτσι οι γάμοι συνεχίζονταν μεταξύ τους. Αυτό κράτησε έως το Φεβρουάριο του 1856. τότε υπό την πίεση των ευρωπαϊκών δυνάμεων, ο Σουλτάνος υπέγραψε το Χάτι-Χουμαγιούμ, με το οποίο κάθε Οθωμανός υπήκοος ήταν ελεύθερος να αλλάξει θρησκεία χωρίς να κινδυνεύει η ζωή του. Ο πρώτος που παρουσιάστηκε το Μάιο του 1856 για να ασπαστεί εκ νέου το Χριστιανισμό ήταν ο φύλακας του ιταλικού Προξενείου της Τραπεζούντας, ο Πεχλίλ Τεκίογλου. Από το 1856 έως το 1910 όταν και άλλαξε αυτή η πολιτική με τον πανμουσουλμανική πολιτική των Νεότουρκων, έγινε η αποκάλυψη όλων των Κρυπτοχριστιανών του Πόντου και ολόκληρα χωριά γύρισαν στο Χριστιανισμό.
2. Η σημερινή κατάσταση για τους κρυπτοχριστιανούς- ΠοντιόφωνουςΟ διωγμός των Ελλήνων μετά την τέλεση του εγκλήματος της γενοκτονίας, άφησε τους πληθυσμούς αυτούς χωρίς επαφή τόσο με το ελληνικό στοιχείο όσο και με την Εκκλησία, με εξαίρεση αυτούς που μετανάστευσαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου και δημιούργησαν ισχυρές οινότητες, οι οποίες διατήρησαν και διατηρούν τις παραδόσεις και κυρίως την ποντιακή διάλεκτο. Όμως παρά την απουσία επαφής και την σχεδιασμένη πολιτική βίαιης ενσωμάτωσή τους στην τουρκική κοινωνία, και την αμέλεια της Ελλάδας, αυτοί οι πληθυσμοί διατηρούν σήμερα στοιχεία ελληνικής συνείδησης, τα οποία αρχίζουν να αναζητούν από τη δεκαετία του 1970, όταν συμμετείχαν με μεγάλο αριθμό στο μεταναστευτικό κύμα από την Τουρκία προς τη Δυτική Ευρώπη. Εκεί συναντούνται με τους Έλληνες ποντιακής καταγωγής μετανάστες και σταδιακά αποκαθίστανται οι πρώτες επαφές, μέσω της αναλλοίωτης στους αιώνες γλώσσα, των εθίμων, των παραδόσεων, του χορού και του τραγουδιού και άλλων στοιχείων. Ταυτόχρονα η επαφή των κρυπτοχριστιανών- ελληνόφωνων με τους Πόντιους της Ελλάδας, ενισχύεται από την προσπάθεια ανάδειξης του ποντιακού ζητήματος σε όλες τις διαστάσεις του στον ελλαδικό χώρο, και την διοργάνωση των πρώτων επισκέψεων στον Πόντο.
Σήμερα στην Τουρκία υπάρχουν δεν υπάρχουν Κρυπτοχριστιανοί, με την έννοια των πιστών. Υπάρχουν όμως οικογένειες οι οποίες είχαν ελλειμματικό θρησκευτικό συναίσθημα και παρέμειναν στον ποντιακό χώρο για πολλούς λόγους. Σήμερα ο (άγνωστος) αυτός αριθμός Ελληνόφωνων μουσουλμάνων- κρυπτοχριστιανών, με πρωτοπορία την σπουδάζουσα νεολαία στην προσπάθειά της να βρει απαντήσεις για την καταγωγή, τον πολιτισμό, την ιστορία, την ταυτότητα πορεύονται ένα δύσκολο δρόμο αυτογνωσίας και αναζήτησης ταυτότητας. Για τη σημερινή κατάσταση σε ότι αφορά αριθμητικά δεδομένα των κρυπτοχριστιανών- Ελληνόφωνων μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν. Έτσι στα Σούρμενα, της πρωτεύουσας της περιοχής με 19 χωριά, τα 5 είναι αμιγώς ελληνόφωνα σήμερα.
Η περιοχή Γκαλιάν (η αρχαία Γαλλίαινα) αποτελείται από 18 χωριά και οικισμούς. Οι μισοί κάτοικοι της περιοχής είναι εξισλαμισθέντες ντόπιοι και οι μισοί έχουν μετεγκατασταθεί από τα χωριά Καλλίστη και Αρχάγγελος της περιοχής Σουρμένων την τρίτη δεκαετία του 20ου αιώνα. Η περιοχή Τσαϊκαρά (το Κατωχώριον) είναι αμιγώς ελληνόφωνη περιοχή, η πολυπληθέστερη σ΄ όλο το τουρκικό κράτος και η τελευταία που έχει εξισλαμισθεί (τέλη 19ου αιώνα), με αρκετά αναπτυγμένο το θρησκευτικό αίσθημα των κρυπτοχριστιανών. Η περιοχή Οφ (ο αρχαίος Όφις) αποτελείται από 49 χωριά. Και τα 49 χωριά ήταν πλήρως ελληνικά, σήμερα όμως μόνο ένα το Ερενκόι παραμένει ελληνόφωνο. Για την ταυτότητα και τη ελληνική γλώσσα των πληθυσμών της περιοχής έχουν γίνει αναφορές και σε τουρκικό περιοδικό, το Aktuel (1992) οποίο τονίζει ότι «τα ίχνη της ορθόδοξης παράδοσης είναι ολοφάνερα και εδώ όλοι μιλούν Ποντιακά....Το ρωμαίικο και το ορθόδοξο είναι φανερό».
Η Άνω Ματσούκα αποτελείται από 8 χωριά στο πέρασμα της Ζύγανας με κέντρο το Χαψικόι. Πρόκειται για ελληνοχριστιανικά χωριά των οποίων η μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού προέρχεται από ελληνόφωνους εποίκους από την περιοχή Τόνιας που εγκαταστάθηκαν μετά το 1924.
Η περιοχή Τόνιας (η αρχαία Θοανία) αποτελείται από 18 χωριά, εκ των οποίων 7 αμιγώς ελληνόφωνα. Για το ζήτημα της καταπίεσης της μητρικής γλώσσας και της μη ελεύθερης χρήσης της έχουν γίνει παρεμβάσεις από τη μη κυβερνητική οργάνωση «Διεθνής Ένωση για τα Δικαιώματα και την Απελευθέρωση των Λαών», με γραπτή έκθεσή της προς τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) και προς το Γραφείο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) στην Ελβετία, ενώ προφορική παρέμβαση στην 58η συνεδρίαση της επιτροπής του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα έγινε για το ίδιο θέμα και από τη γαλλική μη κυβερνητική οργάνωση «MRAP - Κίνηση ενάντια στο ρατσισμό - για τη φιλία ανάμεσα στους λαούς».
Η μη κυβερνητική οργάνωση της Διεθνούς Ένωσης για τα Δικαιώματα και την Απελευθέρωση των Λαών, έκανε ιδιαίτερη αναφορά στις συστηματικές προσπάθειες εξαφάνισης της ποντιακής διαλέκτου, ως της πλησιέστερης προς την αρχαία ελληνική ομιλούμενης σήμερα γλώσσας, αλλά και στις διώξεις εις βάρος Ποντίων διανοουμένων, όπως του συγγραφέα Ομέρ Ασάν, που έχει γράψει το έργο «Πολιτισμός του Πόντου». Περιγράφοντας αυτή την κατάσταση, η Διεθνής Ένωση για τα Δικαιώματα και την Απελευθέρωση των Λαών επιθυμεί να επιμείνει στην ανυπαρξία ελευθερίας έκφρασης των Ποντίων, στη σημερινή Τουρκία, στη πληροφόρηση για τις συνθήκες ζωής αυτού του λαού, αφού διεθνής κοινότητα οφείλει να γνωρίζει αυτή την κατάσταση, αφού παρεμβάσεις προς την κατεύθυνση της άρσης της διάκρισης εναντίον αυτού του πληθυσμού, αποτελούν ένα βήμα προς τη διαφύλαξη ενός ζώντος πολιτισμού, ο οποίος έχει εμπλουτίσει την ανθρωπότητα.
Θεοφάνης Μαλκίδης Λέκτορας Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης
Μέρος της εισήγησης του Θεοφάνη Μαλκίδη στο 6ο Παγκόσμιο Συνέδριο για την ελληνική γλώσσα. Κοριλιάνο του Οτράντο. Ιταλία- Οκτώβριος 2005
1.Η ιστορία Κρυπτοχριστιανούς στον Εύξεινο Πόντο συναντάμε από το 1650, εξαιτίας του φανατισμού ορισμένων Ντερεμπέηδων, την περίοδο που η Οθωμανική Αυτοκρατορία χωρίζεται σε Νερεμπεηλίκια, δηλαδή σε τιμάρια ή θέματα. Οι επικεφαλής αυτών των περιοχών, σε πολλές περιπτώσεις έδειξαν φανατισμό, ο οποίος εκφράστηκε με καταπίεση των Χριστιανών και εξαναγκασμό τους να εξισλαμιστούν. Οι πρώτοι εξισλαμισμοί ελληνικών πληθυσμών του Πόντου σημειώνονται στην περιοχή του Όφεως, ακολουθούν οι περιοχές των Σουρμένων, Αργυρούπολης, Τόνιας και άλλες. Δημόσια οι κρυπτοχριστιανοί εμφανίζονταν με την αμφίεση μουσουλμάνων και εκτός οικίας συμμετείχαν σε ισλαμικές τελετές σαν να ήταν γνήσιοι μουσουλμάνοι.
Ταυτόχρονα όμως βρισκόταν σε χώρους, όπου κρυφοί ιερείς έκαναν λειτουργίες και όλα τα μυστήρια της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης. Οι κρυπτοχριστιανοί απέφευγαν τα συνοικέσια με μουσουλμάνους με διάφορα προσχήματα, και έτσι οι γάμοι συνεχίζονταν μεταξύ τους. Αυτό κράτησε έως το Φεβρουάριο του 1856. τότε υπό την πίεση των ευρωπαϊκών δυνάμεων, ο Σουλτάνος υπέγραψε το Χάτι-Χουμαγιούμ, με το οποίο κάθε Οθωμανός υπήκοος ήταν ελεύθερος να αλλάξει θρησκεία χωρίς να κινδυνεύει η ζωή του. Ο πρώτος που παρουσιάστηκε το Μάιο του 1856 για να ασπαστεί εκ νέου το Χριστιανισμό ήταν ο φύλακας του ιταλικού Προξενείου της Τραπεζούντας, ο Πεχλίλ Τεκίογλου. Από το 1856 έως το 1910 όταν και άλλαξε αυτή η πολιτική με τον πανμουσουλμανική πολιτική των Νεότουρκων, έγινε η αποκάλυψη όλων των Κρυπτοχριστιανών του Πόντου και ολόκληρα χωριά γύρισαν στο Χριστιανισμό.
2. Η σημερινή κατάσταση για τους κρυπτοχριστιανούς- ΠοντιόφωνουςΟ διωγμός των Ελλήνων μετά την τέλεση του εγκλήματος της γενοκτονίας, άφησε τους πληθυσμούς αυτούς χωρίς επαφή τόσο με το ελληνικό στοιχείο όσο και με την Εκκλησία, με εξαίρεση αυτούς που μετανάστευσαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου και δημιούργησαν ισχυρές οινότητες, οι οποίες διατήρησαν και διατηρούν τις παραδόσεις και κυρίως την ποντιακή διάλεκτο. Όμως παρά την απουσία επαφής και την σχεδιασμένη πολιτική βίαιης ενσωμάτωσή τους στην τουρκική κοινωνία, και την αμέλεια της Ελλάδας, αυτοί οι πληθυσμοί διατηρούν σήμερα στοιχεία ελληνικής συνείδησης, τα οποία αρχίζουν να αναζητούν από τη δεκαετία του 1970, όταν συμμετείχαν με μεγάλο αριθμό στο μεταναστευτικό κύμα από την Τουρκία προς τη Δυτική Ευρώπη. Εκεί συναντούνται με τους Έλληνες ποντιακής καταγωγής μετανάστες και σταδιακά αποκαθίστανται οι πρώτες επαφές, μέσω της αναλλοίωτης στους αιώνες γλώσσα, των εθίμων, των παραδόσεων, του χορού και του τραγουδιού και άλλων στοιχείων. Ταυτόχρονα η επαφή των κρυπτοχριστιανών- ελληνόφωνων με τους Πόντιους της Ελλάδας, ενισχύεται από την προσπάθεια ανάδειξης του ποντιακού ζητήματος σε όλες τις διαστάσεις του στον ελλαδικό χώρο, και την διοργάνωση των πρώτων επισκέψεων στον Πόντο.
Σήμερα στην Τουρκία υπάρχουν δεν υπάρχουν Κρυπτοχριστιανοί, με την έννοια των πιστών. Υπάρχουν όμως οικογένειες οι οποίες είχαν ελλειμματικό θρησκευτικό συναίσθημα και παρέμειναν στον ποντιακό χώρο για πολλούς λόγους. Σήμερα ο (άγνωστος) αυτός αριθμός Ελληνόφωνων μουσουλμάνων- κρυπτοχριστιανών, με πρωτοπορία την σπουδάζουσα νεολαία στην προσπάθειά της να βρει απαντήσεις για την καταγωγή, τον πολιτισμό, την ιστορία, την ταυτότητα πορεύονται ένα δύσκολο δρόμο αυτογνωσίας και αναζήτησης ταυτότητας. Για τη σημερινή κατάσταση σε ότι αφορά αριθμητικά δεδομένα των κρυπτοχριστιανών- Ελληνόφωνων μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν. Έτσι στα Σούρμενα, της πρωτεύουσας της περιοχής με 19 χωριά, τα 5 είναι αμιγώς ελληνόφωνα σήμερα.
Η περιοχή Γκαλιάν (η αρχαία Γαλλίαινα) αποτελείται από 18 χωριά και οικισμούς. Οι μισοί κάτοικοι της περιοχής είναι εξισλαμισθέντες ντόπιοι και οι μισοί έχουν μετεγκατασταθεί από τα χωριά Καλλίστη και Αρχάγγελος της περιοχής Σουρμένων την τρίτη δεκαετία του 20ου αιώνα. Η περιοχή Τσαϊκαρά (το Κατωχώριον) είναι αμιγώς ελληνόφωνη περιοχή, η πολυπληθέστερη σ΄ όλο το τουρκικό κράτος και η τελευταία που έχει εξισλαμισθεί (τέλη 19ου αιώνα), με αρκετά αναπτυγμένο το θρησκευτικό αίσθημα των κρυπτοχριστιανών. Η περιοχή Οφ (ο αρχαίος Όφις) αποτελείται από 49 χωριά. Και τα 49 χωριά ήταν πλήρως ελληνικά, σήμερα όμως μόνο ένα το Ερενκόι παραμένει ελληνόφωνο. Για την ταυτότητα και τη ελληνική γλώσσα των πληθυσμών της περιοχής έχουν γίνει αναφορές και σε τουρκικό περιοδικό, το Aktuel (1992) οποίο τονίζει ότι «τα ίχνη της ορθόδοξης παράδοσης είναι ολοφάνερα και εδώ όλοι μιλούν Ποντιακά....Το ρωμαίικο και το ορθόδοξο είναι φανερό».
Η Άνω Ματσούκα αποτελείται από 8 χωριά στο πέρασμα της Ζύγανας με κέντρο το Χαψικόι. Πρόκειται για ελληνοχριστιανικά χωριά των οποίων η μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού προέρχεται από ελληνόφωνους εποίκους από την περιοχή Τόνιας που εγκαταστάθηκαν μετά το 1924.
Η περιοχή Τόνιας (η αρχαία Θοανία) αποτελείται από 18 χωριά, εκ των οποίων 7 αμιγώς ελληνόφωνα. Για το ζήτημα της καταπίεσης της μητρικής γλώσσας και της μη ελεύθερης χρήσης της έχουν γίνει παρεμβάσεις από τη μη κυβερνητική οργάνωση «Διεθνής Ένωση για τα Δικαιώματα και την Απελευθέρωση των Λαών», με γραπτή έκθεσή της προς τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) και προς το Γραφείο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) στην Ελβετία, ενώ προφορική παρέμβαση στην 58η συνεδρίαση της επιτροπής του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα έγινε για το ίδιο θέμα και από τη γαλλική μη κυβερνητική οργάνωση «MRAP - Κίνηση ενάντια στο ρατσισμό - για τη φιλία ανάμεσα στους λαούς».
Η μη κυβερνητική οργάνωση της Διεθνούς Ένωσης για τα Δικαιώματα και την Απελευθέρωση των Λαών, έκανε ιδιαίτερη αναφορά στις συστηματικές προσπάθειες εξαφάνισης της ποντιακής διαλέκτου, ως της πλησιέστερης προς την αρχαία ελληνική ομιλούμενης σήμερα γλώσσας, αλλά και στις διώξεις εις βάρος Ποντίων διανοουμένων, όπως του συγγραφέα Ομέρ Ασάν, που έχει γράψει το έργο «Πολιτισμός του Πόντου». Περιγράφοντας αυτή την κατάσταση, η Διεθνής Ένωση για τα Δικαιώματα και την Απελευθέρωση των Λαών επιθυμεί να επιμείνει στην ανυπαρξία ελευθερίας έκφρασης των Ποντίων, στη σημερινή Τουρκία, στη πληροφόρηση για τις συνθήκες ζωής αυτού του λαού, αφού διεθνής κοινότητα οφείλει να γνωρίζει αυτή την κατάσταση, αφού παρεμβάσεις προς την κατεύθυνση της άρσης της διάκρισης εναντίον αυτού του πληθυσμού, αποτελούν ένα βήμα προς τη διαφύλαξη ενός ζώντος πολιτισμού, ο οποίος έχει εμπλουτίσει την ανθρωπότητα.
Θεοφάνης Μαλκίδης Λέκτορας Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)